Εντελώς γεμάτο το πούλμαν που ξεκίνησε από τη Νίκαια το πρωί του Σαββάτου 10 Δεκεμβρίου και η μέρα λαμπρή και σχεδόν ζεστή, θα έλεγες, κατάλληλη πάντως για την εξόρμησή μας στο όρος Κυλλήνη ή Ζήρια, όπως είναι ευρύτερα γνωστή.

Σταματήσαμε για λίγο στο Κιάτο, αφήσαμε πίσω μας και το Ξυλόκαστρο, και μετά το Δερβένι Κορινθίας πήραμε τον ανηφορικό και γεμάτο στροφές δρόμο για το Σαραντάπηχο, το χωριό που βρίσκεται σε υψόμετρο 1.260 μ., στις δυτικές υπώρειες της Κυλλήνης, μέσα σε πυκνό δάσος από μαύρα πεύκα και έλατα και που έχει μια “ αριστοκρατική ιστορία ”. Το όνομά του προέρχεται από βυζαντινή οικογένεια Σαραντάπηχων, οι οποίοι εγκαταστάθηκαν στην περιοχή, περί τον 8ο αι. μ.Χ., μετά τον θάνατο της αδερφής τους Ειρήνης της Αθηναίας. Γιατί στα νεότερα χρόνια έγινε γνωστό; Επειδή κάποιοι Αιγιώτες είχαν την ιδέα να μετατρέψουν σε “ελληνικό Σεν Μόριτς” το χωριό αυτό κι έτσι δημιουργήθηκε εκεί ένα τεράστιο ξεονοδοχειακό συγκρότημα και αεροδρόμιο κι όλα αυτά στη διάρκεια του μεσοπολέμου, στη δεκαετία του ΄30! Το αεροδρόμιο καταστράφηκε στα χρόνια της Κατοχής από τους Ιταλούς κι έτσι έληξε και η δόξα του χωριού. Ακόμα και ο βασιλιάς Φαρούκ επισκέφτηκε το χωριό στα χρόνια εκείνα!Απ΄έξω από το όμορφο ορεινό χωριό αποβιβάστηκαν και οι 16 ορειβάτες μας, ετοιμάστηκαν και πήραν τον ανήφορο. Συνέχισαν το χωματόδρομο μέσα στα έλατα και έφτασαν στο παρατηρητήριο  από όπου φαίνεται στο βάθος ο Κορινθιακός κόλπος και πιο ψηλά  ο Ελικώνας και ο Παρνασσός. Από εκεί κατευθύνθηκαν προς τον Προφήτη Ηλία με θέα προς τον ορεινό Φενεό και τη Ζήρεια. Κινήθηκαν για αρκετή ώρα μέσα σε ορεινά μονοπάτια και έφτασαν στην κορυφή Μονοδένδρι με την υπέροχη θέα προς το οροπέδιο του Φενεού που ήταν καλυμμένο από ένα στρώμα αρκετών μέτρων με ομίχλη και νόμιζες ότι το έβλεπες από αεροπλάνο. Εκεί αφού έκαναν μια στάση για ξεκούραση πήραν το κατηφορικό μονοπάτι που συνήθως χρησιμοποιούν οι βοσκοί τους καλοκαιρινούς μήνες  και έφτασαν ύστερα από αρκετή ώρα στο εκκλησάκι του Ταξιάρχη  και από εκεί στη Παναγία του Βράχου. Μια μικρή επίσκεψη στο γραφικό αυτό εκκλησάκι και ύστερα πήραν το δρόμο μέχρι την κάτω Ταρσό. Εκεί  τους περίμενε το πούλμαν και τους μετέφερε  στο ταβερνάκι στο Φενεό όπου ήδη βρισκόντουσαν όλοι οι άλλοι  της παρέας, κάνοντας έτσι μια υπέροχη διαδρομή 6 ωρών, σε ένα τα ωραιότερα μέρη της ορεινής Κορινθίας.Οι υπόλοιποι συνεχίσαμε ως την Κάτω Ταρσό, ένα άλλο ορεινό χωριό της Ζήριας, στο πλάι του Όλβιου ποταμού, πάνω από το οποίο ορθώνονται περήφανοι οι βράχοι των “Μετεώρων της Κορινθίας “, άγνωστων στους περισσότερους. Πάνω σε κάποιους από αυτούς υπήρχε το κάστρο της πόλης, το “Κάστρο Σφυρών”. Ονομάστηκε έτσι, επειδή, όταν το πολιόρκησε ο Μωάμεθ ο πολιορκητής στα μέσα του 15ου αι., έσυρε από τους αστραγάλους, τα σφυρά, τους πολιορκημένους που παραδόθηκαν, βγάζοντάς τους έξω από την πόλη, παρόλο που τους είχε υποσχεθεί να τους αφήσει να συνεχίσουν τη ζωή τους. Από τις γυναίκες άλλες αιχμαλωτίστηκαν κι άλλες, όπως λέει η παράδοση, έπεσαν από τους βράχους. Μία από αυτές πέφτοντας με το μωρό της στην αγκαλιά επικαλέστηκε τη βοήθεια της Παναγίας κι έτσι βρέθηκε στη βάση του βράχου στα 100 μετρα σώα και αβλαβής. Από ευγνωμοσύνη η γυναίκα αυτή έχτισε στη σχισμή του βράχου μια μικρή εκκλησιά, βάζοντας μέσα κάποιες εικόνες.Αυτό το εκκλησάκι, η Παναγία του Βράχου δηλαδή, ήταν ο πρώτος μας στόχος. Φτάσαμε μετά από ¾ περίπου της ώρας, ανεβήκαμε τα λίγα σκαλάκια, καθώς μας “έραιναν” τα νερά του καταρράκτη που ξεκινούσε από την κορυφή του βράχου και δημιουργούσε ένα υπέροχο θέαμα, καθώς κυλούσε πάνω στον βράχο, και εξερευνήσαμε το εσωτερικό του ναού. Αποτελείται από 3 θολωτούς χώρους και δεύτερο όροφο, από τον οποίο η θέα που αντικρίσαμε ήταν υπέροχη προς την πεδιάδα και τη χιονισμένη Ζήρια. Αυτός χρησίμευε ως αποθήκη τροφίμων αλλά και ως καταφύγιο στα δύσκολα χρόνια της Τουρκοκρατίας και της Κατοχής. Πολλές οι εικόνες στον ναό, κρεμασμένα επίσης σε σχοινάκια πολλά αναθήματα και αγίασμα στον πρώτο χώρο.Φύγαμε σχεδόν όλοι από εκεί, αφού ξεκουραστήκαμε λίγο, και πήραμε τον δρόμο για Φενεό. Συνέχεια γυρνούσαμε προς τα πίσω, για να αποχαιρετίσουμε τα περήφανα βράχια των κορινθιακών Μετεώρων και να τα φωτογραφίσουμε από όλες τις πλευρές. Κάπου εκεί προς το τέλος των βράχινων όγκων βρίσκεται και μια άλλη σπηλιά, που την έχουν ονομάσει “Σπήλαιο των Άγγλων”, μια που κρύβονταν εκεί μέσα Άγγλοι αλεξιπτωτιστές κατά τη διάρκεια της Γερμανικής Κατοχής. Προσπεράσαμε και τη Μονή Αγίας Τριάδας λίγο πιο κάτω από την Παναγία του Βράχου και συνεχίσαμε τον δρόμο μας, μια και ήταν κλειστή.Είχαμε μια όμορφη διαδρομή με τη “θάλασσα του σύννεφου”, που σκέπαζε την πεδιάδα αρκετά κάτω από εμάς, να μας συντροφεύει στη διάρκεια όλης της πορείας. Σε ένα-δυο σημεία μόνο μας επέτρεπε το “άσπρο πέπλο” πάνω από τον Όλβιο, ( =τον γαλήνιο, τον ήρεμο) ποταμό να ξεδιακρίνουμε λίγα σπιτάκια εκεί κάτω στο χωριό Στενό. Είχαμε την αίσθηση ότι ήμασταν σε αεροπλάνο και βλέπαμε από τα παραθυράκια του... Δεν μας άφησε όμως το πυκνό σύννεφο να εντοπίσουμε και το άλλο όμορφο χωριό της Γκούρας. Και κάπου εκεί κάτω, προς τα νοτιοδυτικά, πρέπει να βρισκόταν και η λίμνη Δόξα και η Μονή του Αγ. Γεωργίου, αλλά κρυμμένες μέσα στην πάχνη...Στην ανηφορική διαδρομή μας, που δεν ήταν και λίγη, μικρή “ ανάσα” πρόσφερε η σύντομη επίσκεψη στο ενδιαφέρον, όσον αφορά την αγιογράφησή του, εκκλησάκι του Ταξιάρχη. Θλιβερή όμως η εικόνα που παρουσίαζαν οι τοιχογραφίες, μια και αρκετοί επισκέπτες, φρόντισαν για την “ υστεροφημία ” τους, παλαιότεροι και νεότεροι, χαράζοντας όχι μόνο το όνομά τους αλλά και την ημερομηνία της επίσκεψής τους! Και δεν φαινόταν καθόλου ατάλαντος ο καλλιτέχνης των αγιογραφιών!

Προχωρώντας κάποιοι φίλοι μας μάζευαν και χορταράκια, που ήταν βέβαια μικρά και λιγοστά ακόμα, μια και σε πάρα πολλά σημεία τα δέντρα, έλατα και πεύκα, είναι πανύψηλα και δεν αφήνουν τον ήλιο να περάσει εύκολα... Χαρούμενες κατηφόριζαν πλέον συνεχώς οι παρέες ...Έτσι πλησιάσαμε κάποια στιγμή κατεβαίνοντας το πάνω μέρος του Φενεού, όπου βρίσκονται και οι κεραίες τηλεπικοινωνίας. Είχαμε βγει πλέον στην άσφαλτο και βρεθήκαμε μέσα στο σύννεφο. Νιώσαμε αμέσως να παγώνουν τα χέρια και το πρόσωπο και φορέσαμε κάτι περισσότερο. Φανταζόμασταν τον ζεστό ήλιο πολύ ψηλά, εκεί που βρισκόμασταν πριν από λίγη ώρα, και προσπαθούσαμε να κινηθούμε γρήγορα...Κατηφορίζαμε συνεχώς προς το κατώτερο σημείο του χωριού, όπου βρισκόταν η ταβέρνα που θα γευματίζαμε. Περάσαμε από την εντυπωσιακή εκκλησία του Αγίου Σπυρίδωνα, του τέλους του 19ου αι., χτισμένη με διάφορα είδη πέτρας και με αρκετά όμορφα στολίδια εξωτερικά με κεραμίδι.Τα σπίτια πετρόκτιστα, ως επί το πλείστον, φάνταζαν έρημα, αφού το χωριό μάλλον κατοικείται κυρίως το καλοκαίρι. Πού και πού βλέπαμε κάποιον κάτοικο...

Στα αρχαία χρόνια η Φενεός ήταν μια σημαντική πόλη-κράτος της Πελοποννήσου, με ακρόπολη, κοντά στο σημερινό χωριό Καλύβια, με ναούς αφιερωμένους στον Ασκληπιό και την Υγεία, στον Ποσειδώνα, τη θεά Δήμητρα, με στάδιο, όπου τελούνταν τα Ερμαία, προς τιμήν του Ερμή του Κυλλήνιου, και ιππόδρομο. Σήμερα μπορεί κανείς να δει ερείπια από τα τείχη, διάφορα κτήρια, ενώ στο μικρό αρχαιολογικό μουσείο στο χωριό Μεσινό βλέπεις αγάλματα και μέλη αγαλμάτων από τον ίδιο χώρο. Ο επισκέπτης μπορεί επίσης να επισκεφθεί τις καταβόθρες, οι οποίες συνδέονταν με τον ήρωα Ηρακλή. Λειτουργούν ακόμα και σήμερα.Στην ταβέρνα συναντήσαμε και τους 5 φίλους μας, που είχαν κάνει τη σύντομη διαδρομή προς και από την Παναγία του Βράχου. Δοκιμάσαμε τα νόστιμα φαγητά, ήπιαμε καφεδάκι, τσαγάκι, φάγαμε και το χαλβαδάκι-κέρασμα του μαγαζιού στη χριστουγεννιάτικα διακοσμημένη ταβέρνα, όπου γύρω στις 5 παρά κάτι έφτασαν και οι “γενναίοι” ορειβάτες μας.

Αφού έφαγαν και όσοι από αυτούς  το επιθυμούσαν ή ήπιαν τον καφέ τους, αναχωρήσαμε για Νίκαια. Κατά τις 9 η ώρα μετά από μια σύντομη στάση στο Κιάτο, φτάσαμε στη βάση μας, χορτάτοι από τις εμπειρίες της μέρας, εντυπωσιασμένοι από τα τοπία που συναντήσαμε και κυρίως το φαινόμενο πάνω από την πεδιάδα του Φενεού.