Με δύο πούλμαν ξεκινήσαμε από τη Νίκαια, Παρασκευή, 24 Μαρτίου, παραμονή της Εθνικής γιορτής της Παλιγγενεσίας, για τον Βόλο αρχικά, έπειτα και από μια στάση για καφεδάκι, τουαλέτα ή κάποιο σνακ. Προορισμός μας τελικός το Πήλιο, η θερινή κατοικία των θεών του Ολύμπου και το βουνό των Κενταύρων, και συγκεκριμένα τα Χάνια, σε δύο ξενοδοχεία των οποίων θα καταλύαμε.

Στην Εθνική Οδό, κοντά στο μνημείο του Αθ. Διάκου και τη γέφυρα της Αλαμάνας, κάναμε αναφορά, ως μικρό αφιέρωμα στον ήρωα, στην ομώνυμη μάχη του Απριλίου του 1821.

Αφήσαμε πίσω μας τη Λαμία, με το μεσαιωνικό κάστρο της, το επίνειό της, τη Στυλίδα, περάσαμε από τον Αλμυρό, ονομαστό για την ομώνυμη μάχη, που διεξήχθη εδώ ανάμεσα στους Καταλανούς μισθοφόρους και τον στρατό του Δουκάτου Αθηνών, στα 1311, τη Νέα Αγχίαλο, με τον τεράστιο αρχαιολογικό χώρο, με τις παλαιοχριστιανικές βασιλικές 5ου και 6ου αι. μ.Χ., πράγμα που δηλώνει πόσο σημαντικό θρησκευτικό κέντρο ήταν τότε...

 

Κατά τις 12 φτάσαμε στον Βόλο, τη χαρούμενη και ζωντανή πολιτεία με το μεγάλο λιμάνι και την εξαιρετική ρυμοτομία, όπου θα παραμέναμε για ένα τρίωρο περίπου.Στην είσοδο του Αρχαιολογικού Μουσείου μας ανέμενε η ξεναγός μας, η οποία μας ξενάγησε με ωραίο τρόπο σε όλες τις αίθουσες του πολύ καλά οργανωμένου και “πλούσιου” σε εκθέματα μουσείου, ξεκινώντας με την αναφορά στην προϊστορική Θεσσαλία και  ιδιαίτερα στους νεολιθικούς οικισμούς της, Σέσκλο, Διμήνι και άλλους. Ειδώλια, εργαλεία, αγγεία, κοσμήματα, ομοιώματα οικιών, σφραγίδες και άλλα αντικείμενα εκτίθενται πολλές φορές και σε ελεύθερη παρουσίαση ( χωρίς προθήκες! ), ώστε ο επισκέπτης να προσεγγίζει άμεσα τον νεολιθικό άνθρωπο που τα δημιούργησε. Σε ξεχωριστή αίθουσα θαυμάζει κανείς τις περίφημες γραπτές επιτύμβιες στήλες από τη Δημητριάδα, οι οποίες δίνουν πολλές πληροφορίες για την πόλη που ίδρυσε ο Δημήτριος ο Πολιορκητής, στα τέλη του 3ου αι. π.Χ. Εδώ υπάρχουν και πολλά κτερίσματα από τα νεκροταφεία της ακμαίας αυτής πόλης, τόσο στα ελληνιστικά όσο και στα ρωμαϊκά χρόνια.Τρεις αίθουσες είναι αφιερωμένες στις χθόνιες θεότητες που λατρεύονταν στη Θεσσαλία και σε αυτές επίσης ο επισκέπτης παίρνει πληροφορίες για τις αρχαίες αντιλήψεις για τη μεταθανάτια ζωή και τα ταφικά έθιμα, με τα εκτιθέμενα ταφικά κτερίσματα και την αναπαράσταση τάφων. Σε μια νέα πτέρυγα, τέλος, το θέμα είναι η εξέλιξη της θεσσαλικής πόλης από τη μυκηναϊκή ως τη ρωμαϊκή εποχή, με άξονα τις 3 σημαντικές πόλεις της Ιωλκού, των Φερών και της Δημητριάδας.

Είναι πράγματι πολύ ενδιαφέρων ο νομός Μαγνησίας, τόσο από την πλευρά της μυθολογίας όσο και ιστορικά και πολιτισμικά, γενικότερα. Πάμπολλοι οι αρχαιολογικοί χώροι, τα μουσεία, οι βυζαντινές και μεταβυζαντινές εκκλησίες, τα μοναστήρια, οι αίθουσες σύγχρονης τέχνης και οι πινακοθήκες του νομού.

Αφού περάσαμε από τα ομοιώματα νεολιθικών οικιών σε φυσικό μέγεθος, που βρίσκονται δίπλα στη θάλασσα, κοντά στο Μουσείο, είχαμε χρόνο στη συνέχεια να κάνουμε τη βόλτα μας στην πόλη και να γευματίσουμε ή να πιούμε καφεδάκι. Καθ΄οδόν προς το λιμάνι είδαμε την εκκλησία της Αγ.Τριάδας, όπου υπάρχουν τοιχογραφίες του ζωγράφου Γ. Γουναρόπουλου και το κόσμημα της πόλης, τον Άγ. Κωνσταντίνο, όπου για λίγες μέρες φιλοξενούνταν η θαυματουργή εικόνα της Παναγιάς Ξενιάς, από την ομώνυμη μονή.

Πιο πέρα το κτήριο Παπαστράτου, καπναποθήκη παλιότερα, όπου σήμερα στεγάζεται το Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, το Δημοτικό Θέατρο, το χάλκινο ομοίωμα της Αργούς, το κτήριο του Δημαρχείου χτισμένο με σχέδια του Δημ. Πικιώνη, το διατηρητέο κτήριο του Σιδηροδρομικού σταθμού πιο κει... Στον όμορφο παραλιακό πεζόδρομο περπατήσαμε, καθίσαμε για φαγητό ή καφεδάκι με θέα τη θάλασσα, απολαμβάνοντας τη λιακάδα και την όμορφη μέρα...

Νωρίς το απόγευμα φύγαμε για Άνω Βόλο, Πορταριά, Μακρυνίτσα οι τουρίστες και για Αλυκόπετρα, λίγο πριν τα Χάνια, οι πεζοπόροι.Η Μακρυνίτσα είναι παραδοσιακός οικισμός, που χτίστηκε το 1204 και γνώρισε μεγάλη ακμή χάρη στο εμπόριο και τη βυρσοδεψία στα τελευταία χρόνια της Τουρκοκρατίας. Από εδώ καταγόταν η ηρωική οικογένεια Μπασδέκη, η οποία πρωταγωνίστησε τόσο σους αγώνες της Επανάστασης του ΄21 όσο και στην επανάσταση της Θεσσαλίας το 1878. Οι τουρίστες παρέμειναν στο “μπαλκόνι του Πηλίου” για ένα δίωρο περίπου. Απόλαυσαν τη θέα  προς τον Βόλο και τον Παγασητικό κόλπο από τα τραπεζάκια της κεντρικής πλατείας, μπήκαν στο τσιπουράδικο, στον τοίχο του οποίου ο λαϊκός ζωγράφος Θεόφιλος απεικόνισε τον Κατσαντώνη σε ανάπαυλα, είδαν, εξωτερικά μόνο δυστυχώς, γιατί ήταν κλειστό, το αρχοντικό Τοπάλη, στο οποίο στεγάζεται το Λαογραφικό Μουσείο, προσκύνησαν στην εκκλησία του Τιμίου Προδρόμου, περπάτησαν στα καλντερίμια, ήπιαν νεράκι από την ονομαστή μαρμάρινη κρήνη με τις λεοντοκεφαλές και, αφού πήραν τα αρωματικά τους βότανα και ενθύμια από το χωριό, έφυγαν για το ξενοδοχείο τους στα Χάνια. Οι πεζοπόροι , στη θέση Αλυκόπετρα, εξοπλίστηκαν και ξεκίνησαν ανηφορική αλλά όχι κουραστική 2ωρη σχεδόν πορεία προς τα Χάνια. Όμορφη η διαδρομή με μικρά ποταμάκια, που εύκολα περνούσαμε, μικρά καταρρακτάκια, γεμάτη δροσερά χαμολούλουδα, ανεμώνες, κρόκους, πριμούλες κ.ά., καταπράσινη, λόγω και της εποχής αλλά και με φανταστική θέα προς το Βόλο και τη θάλασσα του  Παγασητικού κόλπου.

Τα Χάνια βρίσκονται σε υψόμετρο 1.190 μ. και αποτελούν πέρασμα για το χιονοδρομικό κέντρο. Γι΄αυτό και υπήρχαν ανέκαθεν εδώ πολλά καταλύματα και ταβέρνες για τους περαστικούς και όχι μόνο... Η διαφορά θερμοκρασίας ήταν εμφανής, όταν φτάσαμε στα ξενοδοχεία μας. Αφού πήραμε όλοι τις αποσκευές μας, πήγαμε για ξεκούραση ή για μια μικρή βόλτα στη γύρω περιοχή, πριν νυχτώσει, και συγκεντρωθήκαμε στην τραπεζαρία στις 8:30 για το δείπνο μας. Μετά από αυτό πήγαμε για ύπνο.

Σάββατο, 25 Μαρτίου, ημέρα της Εθνικής μας επετείου και γιορτή του Ευαγγελισμού, μετά το πρωινό οι πεζοπόροι ξεκίνησαν με το 1ο πούλμαν, κατά τις 8:30, από το ξενοδοχείο Anamar, για να πεζοπορήσουν στο Μονοπάτι των Καταρρακτών, που ξεκινάει από τα Χάνια και καταλήγει σχεδόν στη θάλασσα. Μια καταπληκτική διαδρομή μέσα σε δάσος οξιάς και καστανιάς, παράλληλα με την πορεία του Μεγάλου ρέματος, που βρίσκεται  ανάμεσα Ανήλιο και Μακρυρράχη. Είναι ένα νέο μονοπάτι του Πηλίου, από τα ομορφότερα, που σηματοδοτήθηκε το 2016.

Ονομάστηκε «μονοπάτι των καταρρακτών»  από τους πολλούς εντυπωσιακούς καταρράκτες που συναντάς καθώς και τις πολλές βάθρες, που είναι  κατάλληλες για κολύμπι τους καλοκαιρινούς μήνες. Το μονοπάτι ξεκινάει πενήντα μέτρα μετά από το πρώτο πάρκινγκ του χιονοδρομικού. Υπάρχει σήμανση με κόκκινα σημάδια αριστερά στον δρόμο και το μονοπάτι φεύγει  λοξά κατηφορίζοντας μέσα στις οξιές και τις αγριόλευκες. Περπατήσαμε στην αρχή με γκέτες μέσα στα χιόνια  σε δάσος με χαμηλές οξιές και, περνώντας ένα ρεματάκι, φθάσαμε σε δασικό δρόμο στη θέση Νησάκι,  όπου σιγά σιγά κατεβαίνοντας το χιόνι άρχισε να λιγοστεύει και χαμηλότερα είχε πλέον λιώσει. Εδώ, λίγο  πιο πάνω από τον  δρόμο σε πλάτωμα με θέα το ποτάμι βρίσκεται το καταφύγιο κυνηγών Μακρυρράχης, όπου κάναμε την πρώτη μας στάση στα τραπεζάκια που υπήρχαν στη βεράντα του. Το καταφύγιο ήταν ανοιχτό  και υπάρχει δυνατότητα διανυκτέρευσης με φουρνάκι για μπάρμπεκιου, μόνο που η  βρύση του ήταν χωρίς νερό. Αφήσαμε το καταφύγιο και παίρνοντας τον δρόμο ξαναμπήκαμε στο δάσος, αφού περάσαμε ένα μικρό ποταμάκι.Στον δρόμο μας συναντάμε μια παράξενη οξιά που ο κορμός της έμοιαζε με «Δυο Κουάλα» αγκαλιασμένα. Αφού φωτογραφηθήκαμε  εδώ, συνεχίσαμε και φτάσαμε στη θέση Πλακωτούρα και, κάνοντας μια μικρή παράκαμψη πέντε λεπτών προς τα αριστερά, φτάσαμε στον πρώτο καταρράκτη ύψους περίπου είκοσι μέτρων. Το ποτάμι με το πέρασμα των αιώνων έχει σκάψει τον βράχο  και λίγο πιο κάτω έπεφτε το νερό  από μεγάλο ύψος σχηματίζοντας μια βάθρα. Αφού θαυμάσαμε την ομορφιά του καταρράκτη, επιστρέψαμε πίσω και ακολουθήσαμε για λίγο τον δρόμο που ανηφορίζει ελαφρά και στη συνέχεια τραβερσάραμε την πλαγιά και κατηφορίζοντας περάσαμε από δυο ερειπωμένα καλύβια.  Πιο κάτω συναντήσαμε ένα τσιμεντένιο αυλάκι χωρίς νερό και ακολουθώντας το βέλος προς τα αριστερά δίπλα στο αυλάκι κατευθυνθήκαμε προς το ποτάμι. Περπατήσαμε για λίγο στο μονοπατάκι που οδηγεί στον δεύτερο μεγάλο καταρράκτη στη Δέση Παναγίτσα. Ένα πέρασμα δύσκολο, γιατί βαδίζουμε ισορροπώντας πάνω στο τσιμεντένιο αυλάκι, όπου από κάτω αριστερά και δεξιά μας υπάρχει κενό (πέρασμα ακατάλληλο για αυτούς που έχουν υψοφοβία σαν την Πόπη...) και σκύβοντας σε κάποιο σημείο, για να περάσουμε από κάποιο βράχο, φτάνουμε στον δεύτερο καταρράκτη που πέφτει ορμητικά και με βουητό, σχηματίζοντας μια μεγάλη βάθρα. Το νερό αρκετό αυτή την εποχή, που τα χιόνια του Πηλίου λιώνουν και τροφοδοτούν τα πολλά ποτάμια του.Εδώ βγάλαμε φωτογραφίες  και περνώντας πάλι το τσιμεντένιο αυλάκι  συνεχίσαμε το μονοπάτι, περάσαμε δίπλα από ένα καλύβι  και μετά από λίγο φτάσαμε στη μεγαλύτερη και ωραιότερη βάθρα του ποταμού στη θέση Καβούρια. Ένα σημείο απαράμιλλης ομορφιάς, όπου οι πιο τολμηροί μπορούν να κολυμπήσουν! Το σημείο αυτό προσέγγισε και η δεύτερη ομάδα μας ερχόμενη από τον Προφήτη Ηλία  και, παίρνοντας τον χωματόδρομο από το Καράβωμα, έφτασε στη θέση Καβούρια. Η πορεία από εδώ και κάτω ήταν κοινή και για τις δυο ομάδες.

 Διασχίζοντας το ρέμα , πήραμε το μονοπάτι που βγαίνει λίγο πιο πάνω σε ένα κτήμα με μηλιές. Κάναμε τον γύρο του κτήματος και βγήκαμε σε τσιμεντοστρωμένο αγροτικό δρόμο, τον πήραμε προς τα δεξιά κατηφορίζοντας και λίγο πιο κάτω τον αφήσαμε και,  διασχίζοντας ένα άλλο κτήμα, φθάσαμε πάλι στην κοίτη του ρέματος.Εδώ πάλι αναγκαστήκαμε να φτιάξουμε μια αυτοσχέδια γέφυρα με κορμούς δέντρων,  για να περάσουμε την άλλη όχθη, αν και μερικοί βιαστικοί έβγαλαν τα παπούτσια τους και πέρασαν απέναντι δροσίζοντας και τα πόδια τους.

Περνώντας απέναντι  βρήκαμε ξανά τον δρόμο, που μπαίνει μέσα σε δάσος από μεγάλες καστανιές. Εδώ συναντήσαμε έναν υλοτόμο, που με αλυσοπρίονο έριχνε κάτω τις τεράστιες καστανιές. Δεν καταλάβαμε αν αυτό γινόταν νόμιμα ή παράνομα,  αλλά εμείς συνεχίσαμε τον δρόμο μας, αφήνοντας δεξιά τον δρόμο που φεύγει για τον Κισσό.

Λίγο  πιο πέρα συναντήσαμε το εκκλησάκι της Παναγίτσας (Ζωοδόχου Πηγής). Αφήσαμε έναν άλλο δρόμο δεξιά μας και συνεχίσαμε, ακολουθώντας πάντα το Μεγάλο Ρέμα, για να βγούμε στα θερμοκήπια με τα καλλωπιστικά φυτά κοντά στη γέφυρα της ασφάλτου ανάμεσα στα χωριά Μακρυρράχη και Ανήλιο, στη θέση Φελούκα. Βαδίζοντας πλέον πάνω στην άσφαλτο προς τα αριστερά (βόρεια), σε 10 λεπτά  φθάσαμε στην πλατεία της Μακρυρράχης.Από εδώ πήραμε την άσφαλτο που φτάνει στις παραλίες των Αγίων Σαράντα και του Χορευτού. Φτάνοντας πάνω από την παραλία του Χορευτού και ατενίζοντας τη θάλασσα είδαμε αρκετά  μέτρα από την παραλία ένα δελφίνι να κάνει τις βουτιές του και 5-6 γλάρους να το ακολουθούν, ελπίζοντας ότι κάποιο ψαράκι θα περισσέψει και για αυτούς. Φτάνοντας στο Χορευτό  κάποιοι κολύμπησαν στην όμορφη θάλασσα, ενώ κάποιοι άλλοι κάθισαν στη παραλία να ξεκουραστούν και να απολαύσουν τον ήλιο και τη θάλασσα. Στα λιγοστά ταβερνάκια της παραλίας απολαύσαμε νόστιμα ψαράκια ή ό,τι άλλο βρήκε ο καθένας και το απογευματάκι πήγαμε για μια βόλτα και καφεδάκι στη Ζαγορά.Οι τουρίστες έφυγαν στις 9 το πρωί με το 2ο πούλμαν για Τσαγκαράδα πρώτα, περνώντας από τον Κισσό, το χωριό των λουλουδιών, και το πλούσιο και με πολλούς ομογενείς στην Αίγυπτο στα τέλη του 19ου αι. χωριό Μούρεσι. Στην Τσαγκαράδα προσκυνήσαμε πρώτα στον ναό της Αγ. Παρασκευής, με πολλά νεοκλασικά στοιχεία ναός, ανακαινισμένος το 1909, όπου εκείνη την ώρα τελούνταν ακόμα η λειτουργία. Βγήκαμε έπειτα στη δροσερή πλατεία με τους δυο μεγαλειώδεις και επιβλητικούς γεροπλάτανους, 1.000 και 800 ετών, με περιφέρειες 14 και 17,5 μ. αντίστοιχα. Κάποιοι, βέβαια, λένε ότι πρόκειται για έναν μόνο πλάτανο...

Στα τραπεζάκια της πλατείας καθίσαμε, όσοι θέλαμε, για ένα καφεδάκι. Είχαμε τον χρόνο να σεργιανίσουμε στον πραγματικό λαβύρινθο των καλντεριμιών στις συνοικίες ( 4 συνολικά ) που συναποτελούν το χωριό και κρύβονται μέσα σε πυκνή βλάστηση, φτάνοντας ως τα χωμάτινα μονοπατάκια που οδηγούν προς την κατηφορική συνοικία της Αγ. Κυριακής, το γραφικό λιμανάκι της Νταμούχαρης και τις λοιπές ακρογιαλιές του χωριού. Η θέα από τα ακρινά αυτά σημεία ήταν μοναδική και πραγματικά νιώσαμε να δικαιολογείται η ονομασία της Τσαγκαράδας ( =όμορφη θέα )!

Λίγο πιο κάτω από την πλατεία βρίσκεται η νεοκλασική  λιθόκτιστη Νανοπούλειος Σχολή, δωρεά του ευεργέτη Νικ. Νανόπουλου στα 1909, στον όροφο της οποίας στεγάζεται σήμερα το Δημοτικό Σχολείο Τσαγκαράδας. Στην κατηφοριά το νεόκτιστο Γυμνάσιο-Λύκειο και απέναντί του η Αχιλλοπούλειος Εμπορική Σχολή, κτίσμα του 1864, κληροδότημα των ευεργετών αδερφών Αχιλλόπουλου, που είχαν κάνει μεγάλη περιουσία στην Αίγυπτο, ιστορικό διατηρητέο μνημείο και αυτή.

Εντύπωση μας έκαναν οι τεράστιες καμέλιες, οι γαρδένιες, τα ροδόδεντρα, οι νάρκισσοι και τα άλλα ανθισμένα και υγιέστατα λουλούδια, που κοσμούσαν όχι μόνον τους κήπους σπιτιών αλλά και εξωτερικούς χώρους. Φυσικά, εντοπίσαμε και χαρακτηριστικά πηλιορείτικα σπίτια και αρχοντικά, με τη στέγη τους καλυμμένη με σχιστολιθικές πλάκες της περιοχής, στην περιδιάβασή μας αυτή. Μετά το πέρας της περιήγησής μας  και, όταν πια είχε τελειώσει η Δοξολογία της ημέρας, είχαμε την τύχη να παρακολουθήσουμε τη δημόσια γιορτή του χωριού με όλους τους μαθητές, πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, να φορούν τις στολές τους και να απαγγέλλουν ποιήματα, παρουσία όλης της τοπικής κοινωνίας και ημών, φυσικά... Είδαμε για λίγη ώρα και τους παραδοσιακούς χορούς που χόρεψαν οι μεγαλύτεροι μαθητές και πήραμε την ανηφόρα, αφήνοντας με κάποια δυσθυμία το όμορφο χωριό, μια και δεν μας άρκεσε ο χρόνος παραμονής σε αυτό ...

Η Ζαγορά, το μεγαλύτερο και ιστορικότερο χωριό του Ανατολικού Πηλίου, μας περίμενε έπειτα από την Τσαγκαράδα, πίσω από το βουνό, όπως ακριβώς θέλει να πει το όνομά της στη σλαβική γλώσσα, απλωμένη σε μια καταπράσινη και ηλιόλουστη πλαγιά του βουνού.

Παραδοσιακός οικισμός και αυτός, με 4 συνοικίες γύρω από την ομώνυμη εκκλησία της, με τα καλντερίμια του, τα αρχοντικά του, τις παλιές και επιβλητικές εκκλησιές του, τις όμορφες πλατείες του με τις κρήνες και τα γλυπτά.

Μπαίνοντας στο χωριό, περάσαμε πρώτα από τη συνοικία της Αγ. Παρασκευής, έπειτα από αυτήν της Αγ. Κυριακής με την πλατεία γεμάτη εκείνη την ώρα με κόσμο που απολάμβανε τη λιακάδα του μεσημεριού με ένα ουζάκι, καφεδάκι, ένα γλυκάκι ίσως, δίπλα στην παλιά ομώνυμη εκκλησία, και φτάσαμε στη συνοικία του Αγ. Γεωργίου, την 3η κατά σειρά, στην οποία  υποδέχεται τον επισκέπτη η προτομή του μεγαλύτερου ευεργέτη του Πηλίου, του Δημ. Πολυμέρη. Σε χαμηλότερο επίπεδο λίγο πιο πέρα και η 4η συνοικία της Σωτήρας.

Μεγάλη η ακμή του χωριού στα χρόνια της Τουρκοκρατίας, λόγω της ανάπτυξης της υφαντουργίας, της μεταξουργίας, της εμποροβιοτεχνίας. Ξακουστά ήταν τα ζαγοριανά καράβια, με τα οποία οι κάτοικοι του χωριού ξενιτεύονταν στη Μαύρη Θάλασσα, στην Αίγυπτο και σε όλη τη Μεσόγειο. Πλούτισαν πολλοί και ευεργέτησαν τον τόπο τους, κατασκευάζοντας σχολεία, υδραγωγεία, Βιβλιοθήκες, εκκλησίες, βρύσες. Ξεχωρίζουν ανάμεσα στα αξιοθέατα της Ζαγοράς η Δημόσια Βιβλιοθήκη με σπάνια βιβλία και χειρόγραφα, η πλατεία του Αγ. Γεωργίου, στην ομώνυμη συνοικία, με τον ναό του Αγ. Γεωργίου, κτίσμα του 1765, με ένα από τα καλύτερα ξυλόγλυπτα τέμπλα του Πηλίου σε ρυθμό νεοελληνικού μπαρόκ, το Ελληνομουσείο, στον δρόμο προς το Χορευτό, η νεοκλασική βρύση με τα μαρμάρινα δελφίνια και άλλες κρήνες.

Στον ναό του Αγ. Γεωργίου ξεναγηθήκαμε από τον ιερέα, θαυμάσαμε το τέμπλο, τον επίσης ξυλόγλυπτο άμβωνα και τον δεσποτικό θρόνο, παρατηρήσαμε και το εξωτερικό του ναού με τα ιδιαίτερα ανάγλυφα στις τρεις κόγχες του Ιερού, τη δίρριχτη πλακόστρωτη στέγη. Ανηφορίσαμε το κεντρικό καλντερίμι έπειτα για λίγο περνώντας από το Αρχοντικό Δρακόπουλου, που λειτουργεί σήμερα ως παραδοσιακός ξενώνας με τη φροντίδα του Γυναικείου Συνεταιρισμού Ζαγοράς, ο οποίος μάλιστα χρησιμοποιεί το ισόγειο ως εργαστήριο για τα περίφημα γλυκά κουταλιού που παρασκευάζει. Τα τιμήσαμε κι αυτά δεόντως αργότερα, όχι μόνο δοκιμάζοντάς τα αλλά και αγοράζοντας μερικά βαζάκια για το σπίτι ... Ο Δρακόπουλος ήταν έμπορος του καφέ στη Σμύρνη, όπου εγκαταστάθηκε και παντρεύτηκε με την αδερφή του ιστορικού Γ. Κοδράτου, την προτομή του οποίου αντικρίζεις, καθώς ανεβαίνεις τα σκαλιά προς την πλατεία του Αγ. Γεωργίου.

Στην πλατεία ήπιαμε καφεδάκι, δοκιμάσαμε τα παραδοσιακά εδέσματα και τα γλυκάκια ή φάγαμε κανονικά στην ταβέρνα εκεί κοντά και αναχωρήσαμε νωρίς το απόγευμα για Χορευτό, όπου ήδη είχαν βρεθεί οι πεζοπόροι μας και όπου παραμείναμε για λίγο και οι τουρίστες, περπατώντας πλάι στη θάλασσα, πίνοντας καφεδάκι στα γρήγορα, ανασαίνοντας την απογευματινή αύρα...

Κατεβαίνοντας είχαμε τη δυνατότητα να δούμε από πολύ κοντά το κτίσμα του Ελληνομουσείου, που ιδρύθηκε στα 1702 στο μοναστήρι του Αγ. Προδρόμου. Λόγω της Εθνικής επετείου ήταν κλειστό και δεν μπορέσαμε να το δούμε εσωτερικά, δυστυχώς... Έγινε πασίγνωστη η Σχολή αυτή τόσο για τους δασκάλους της όσο και για τους μαθητές της, ανάμεσα στους οποίους ο Ρήγας Φεραίος, ο Γρ. Κωνσταντάς, ο Άνθιμος Γαζής, ο πρωτοστάτης της επανάστασης στο Πήλιο.

Στα “αξιοθέατα” στον δρόμο προς Χορευτό δεν πρέπει να λησμονήσουμε και τις εγκαταστάσεις του Αγροτικού Συνεταιρισμού, όπου συγκεντρώνονται  τα περίφημα μήλα zagorin της ποικιλίας ντελίσιους, η εμπορία των οποίων αποτελεί τον κύριο συντελεστή της σημερινής άνθησης του ιστορικού χωριού. Μια μικρή βόλτα και των τουριστών στη παραλία του Χορευτού  και αργά το απόγευμα ξεκινήσαμε για τα Χάνια. 

Επιστρέψαμε στα ξενοδοχεία μας, λίγο πριν το δείπνο, στη διάρκεια του οποίου είχαμε προγραμματίσει το γλέντι μας με τη συνοδεία μουσικής. Χορέψαμε, τραγουδήσαμε με σκοπούς , λαϊκούς, παραδοσιακούς αλλά και ... ξένους και πήγαμε αργά για ύπνο και ανάπαυση.

Την Κυριακή, 26 του μήνα, φορτώσαμε τις αποσκευές μας και πήραμε τον δρόμο για την Όθρυ, όπου θα γινόταν και η τρίτη πεζοπορία μας. Η Όθρυς, το βουνό των Τιτάνων, είναι στα όρια της Μαγνησίας με τη Φθιώτιδα. Γνωστή στη μυθολογία μας από τους Τιτάνες που είχαν την Όθρυ ως ορμητήριο. Εδώ ο γιος του Δευκαλίωνα και της Πύρρας, ο Έλληνας, ζευγάρωσε με τη νύμφη Οθρυΐδα και οι απόγονοί τους είναι οι Έλληνες.

Στο βουνό αυτό κατοίκησαν απ' την αρχαιότητα τα πρώτα ελληνικά φύλλα, οι Πελασγοί, οι Αιολείς και αργότερα οι Δωριείς. Στις παρυφές της βρισκόταν το βασίλειο του Αχιλλέα, καθώς δεκάδες αρχαίες πόλεις (το Ναρθάκιο, ο Εχίνoς, η Κρεμαστή Λαρίσης, ο Πτελεός, η Άλος, η Βρύναινα, η Μελιταία κ.ά.) μαρτυρούν την έντονη δράση και συνεχή παρουσία των ανθρώπων στην περιοχή αυτή.

Είναι το βουνό του τσαγιού και της ρίγανης και των πηγών με τα πλούσια νερά που αναβρύζουν - στο χωριό Ανάβρα και στη Νεράιδα - με τα απότομα φαράγγια και τα περίφημα σπήλαια. Οι ψηλότερες κορυφές του είναι το Γκιούζι (1726μ), το Γερακοβούνι (1673μ), ο Στρατώνας (1653μ), ο Πήλιουρας (1557μ), η Μαυρίκα (1552μ) κ.ά. Στη θέση Τσατάλι έχει ανεγερθεί το Μνημείο Αεροπόρων, στη μνήμη των αντρών της Πολεμικής Αεροπορίας που έχασαν τη ζωή τους ύστερα από την πτώση αεροσκάφους C-130 το Φεβρουάριο του1991.

Το ξακουστό φαράγγι Μαυρομάτη είναι ένα απείρου κάλλους φυσικό μνημείο, το οποίο είναι δυσκολοδιάβατο και τα τελευταία χρόνια πολλοί, όχι μόνο Έλληνες, αλλά και Ευρωπαίοι έρχονται, για να κάνουν την κατάβασή του. Στην περιοχή υπάρχει και δεύτερο φαράγγι άγριας ομορφιάς, απ' όπου περνά ο χείμαρρος Ξενιόρεμα ή Τσιγγενόρεμα. Είναι το φυσικό σύνορο της περιοχής της Βρύναινας με την Άνω Μονή Ξενιάς, όπου στο τέλος του φαραγγιού και δίπλα στον δρόμο που οδηγεί στο μοναστήρι είναι κτισμένο και το πέτρινο τοξωτό γεφύρι στηριγμένο πάνω σε δύο βράχους των όχτων του χειμάρρου.

Στο βουνό υπάρχουν σπηλιές αλλά και σπήλαια, με μεγαλύτερο σε μήκος τη Νεροσπηλιά, σε υψόμετρο 1220μ. που αποτελεί το μεγαλύτερο υπόγειο ποτάμι (1.100μ. διαδρόμου) που έχει μέχρι σήμερα εξερευνηθεί, απ' όπου αναβλύζει νερό, το οποίο μετά την έξοδό του απ΄ το στόμιο σχηματίζει καταρράχτη ύψους 80 μέτρων. Η Νεροσπηλιά βρίσκεται κοντά στη Βρύναινα και τους Κοκκωτούς.  Νωρίς το πρωί οι δυο πεζοπορικές ομάδες ξεκίνησαν από την πλατεία στους Κοκκωτούς και κατευθύνθηκαν προς τη Μονή Άνω Ξενιάς. Περπάτησαν στο μονοπάτι Μ2-Κρόνος, που ενώνει την Κάτω με την Άνω Μονή Ξενιάς  και τα χωριά Βρύναινα και Κοκκωτούς. Το μονοπάτι  κινείται μέσα σε δρυοδάσος στην αρχή του από την  Κάτω Μονή Ξενιάς, έως τη  Βρύναινα είναι μέσα σε καλντερίμι, ενώ από τη Βρύναινα έως την Άνω Ι.Μ.Ξενιάς το μονοπάτι «περπατάει» μέσα στο δρυοδάσος, κατηφορίζει έως το υπέροχο πέτρινο  μονότοξο γεφύρι της «Ξενιάς» και μετά τη Μονή συνεχίζει και πάλι μέσα στο δρυοδάσος, για να καταλήξει στους  Κοκκωτούς.  Εμείς το περπατήσαμε αντίστροφα ξεκινώντας από τους Κοκκωτούς. Φτάνοντας στο ανδρικό μοναστήρι Ανω Ξενιάς με τα 4 υπεραιωνόβια κυπαρίσσια στην αυλή του, επισκεφτήκαμε  το πολύ ενδιαφέρον Καθολικό της, γεμάτο με τοιχογραφίες, όπου ο καλόγερος μας μίλησε για την ιστορία του μοναστηριού. Στη συνέχεια μας κέρασαν λουκουμάκι και συνεχίσαμε τη διαδρομή μας μέσα στο δρυοδάσος. Φτάσαμε στο μονότοξο γεφύρι στο Τσιγγενόρεμα και ύστερα ανηφορίσαμε για Βρύναινα. Ο δυνατός ήλιος μας δημιούργησε κάποιο πρόβλημα, αλλά μετά από δυο ώρες φτάσαμε στη Βρύναινα και από εκεί με το πούλμαν κατευθυνθήκαμε στη Σούρπη για γεύμα. Οι τουρίστες επισκέφθηκαν το αισθητικό δρυοδάσος Κουρί στην περιοχή του Αλμυρού. Πρόκειται για μια περιφραγμένη έκταση 1.200 στρεμμάτων καλυμμένων με χνοώδη δρυ αλλά και άλλα είδη βελανιδιάς, με έλος με καλάμια και αρμυρίκια, δύο τεχνητές λίμνες, τις οποίες εμείς βρήκαμε ελάχιστα υγρές απλώς, ξύλινα γεφυράκια, υπαίθριο σκάκι, ένα μικρό λαογραφικό μουσείο, παγώνια και λιγοστά ακόμα ζώα, με δυο καφετέριες, παιδική χαρά κι ένα εκκλησάκι, του Αγ. Σεραφείμ. Όσοι θέλαμε, κάναμε βόλτα μιας ώρας περίπου στους χωματόδρομους, που έφεραν κυρίως ονόματα ...Τιτάνων, μια και στην Όθρυ, κατά τη μυθολογική παράδοση έγινε η Τιτανομαχία, ενώ η μεγάλη καφετέρια κοντά στην είσοδο φιλοξένησε αρκετούς επίσης φίλους. Ενταγμένη στο Δίκτυο Natura 2000 η περιοχή, αλλά με κάποια εγκατάλειψη, μας φάνηκε, παρά την υποτιθέμενη προστασία της...Μετά τη βόλτα μας στο Δάσος, οι τουρίστες πήραμε τον δρόμο προς την Κάτω Μονή Ξενιάς, το νεότερο μοναστήρι με αυτό το όνομα, το οποίο ανεγέρθηκε μόλις το 1980, στη θέση Καστρούλι, όταν καταστρεπτικοί σεισμοί αφάνισαν σχεδόν το προγενέστερο. Εδώ φιλοξενείται η θαυματουργή εικόνα της Παναγιάς Ξενιάς, της φιλόξενης Παναγιάς, αυτής που προσφέρει απλόχερα την προστασία της. Είναι μια εικόνα της Θεοτόκου Βρεφοκρατούσας, η οποία μάλλον χρονολογείται από τα χρόνια της Εικονομαχίας, από τον 9ο αι., και έφτασε εδώ με περιπετειώδη τρόπο.

Προσκυνήσαμε, περιηγηθήκαμε τον αύλειο χώρο με τις πάμπολλες γλάστρες, τα πολλά και ιδιαίτερα λουλούδια, όπως οι ποικιλίες ορχιδέας, που ευδοκιμούν, καθώς φαίνεται, από τη φροντίδα που τους προσφέρουν καθημερινά οι μοναχές. Δυστυχώς συνέβαινε η εικόνα της Παναγιάς να βρίσκεται τις μέρες εκείνες στον Άγ. Κωνσταντίνο του Βόλου. Μέχρι και  μικρό ζωολογικό κήπο διαθέτει το μοναστήρι, με ελαφάκια και άλλα ζωάκια.Με το πούλμαν ανηφορίσαμε προς το ερειπωμένο πλέον παλαιότερο μοναστήρι, λίγο ψηλότερα, σε ένα ειδυλλιακό πράγματι τοπίο, όπου τη Μεγάλη Παρασκευή γίνεται αναπαράσταση της Αποκαθήλωσης. Επιβλητικά τα ερείπια με τους μεγάλους κυλινδρικούς πύργους στις γωνιές, με την όμορφη και γαλήνια αυλή...Υπήρχαν κι άλλοι επισκέπτες εκείνη την ώρα, που φαίνεται πως επίσης έμειναν μαγεμένοι από τον χώρο...

Έπρεπε όμως, μετά την “πνευματική και ... ψυχική τροφή”, να γεμίσουμε και το στομάχι μας... Γι΄αυτό οι τουρίστες πρώτα κατευθυνθήκαμε προς τη Σούρπη, το συμπαθέστατο αυτό χωριό του Δήμου Αλμυρού, στους πρόποδες του Χλωμού όρους, με τη μακραίωνη ιστορία, αλλά και με ... τη συμπαθέστατη επίσης ταβέρνα με τα γευστικά εδέσματα, που μας περίμεναν.

Βρήκαμε τα τραπέζια στρωμένα έξω, μια και ο καιρός ήταν ιδανικός, γευματίσαμε και είχαμε και τον χρόνο να πάρουμε και μια μυρωδιά από το παραδοσιακό χωριό, κάνοντας τις βολτίτσες μας στα στενάκια, πίνοντας κι ένα καφεδάκι στα γρήγορα στην καφετέρια στον κεντρικό δρόμο.

Όταν έφτασαν και οι πεζοπόροι, για να γευματίσουν κι αυτοί στην ταβέρνα, επιβιβάστηκαν στο πούλμαν των τουριστών, όσοι επιθυμούσαν να επιστρέψουν γρηγορότερα στη βάση τους, και έτσι αναχώρησε ¾ νωρίτερα το  ένα λεωφορείο για μετρό Αιγάλεω και Νίκαια έπειτα, όπου φτάσαμε κατά τις 9, με μια στάση στο 90ό χλμ. Δεν άργησε να φτάσει και το έτερο πούλμαν με τους πεζοπόρους, κυρίως.

Ήταν ένα γεμάτο εορταστικό 3ήμερο σε μέρη αγαπημένα και σε μια εποχή ιδανική για ποικίλες δραστηριότητες στη φύση...