Συνεχίζοντας τις αρχαιολογικές εξορμήσεις μας επιλέξαμε για τις 29 του Μάρτη τον αρχαιολογικό χώρο και το Μουσείο του Κεραμεικού στην ομώνυμη περιοχή του Ιστορικού κέντρου της Αθήνας. Ειδικότεροι στόχοι μας ήταν επίσης να ολοκληρώσουμε τη διαδρομή που ακολουθούσαν επί της Ιεράς Οδού οι συμμετέχοντες στις γιορτές των Ελευσινίων, καθώς και να επισκεφθούμε το νεκροταφείο της πόλης- κράτους της αρχαίας Αθήνας. Γύρω στις 12:30 μ.μ. είχαμε φθάσει με το πούλμαν που ξεκίνησε από τη Νίκαια στον πεζόδρομο της Ερμού, και στην είσοδο του αρχαιολογικού χώρου αναμέναμε και όσους φίλους θα έρχονταν με δικό τους μέσο. Βγάλαμε τα εισιτήρια και ο ξεναγός μας, αφού πρώτα έκανε μια εισαγωγή, μας έδειξε από κάποιο ψηλότερο σημείο όλο το χώρο.

Κατεβήκαμε στη συνέχεια και σταθήκαμε πρώτα κοντά στα τείχη του Θεμιστοκλή ( 5ος αι.π.Χ ) και του Κόνωνα έπειτα ( 4ος αι. ), το προτείχισμα και την τάφρο μπροστά από αυτό, παρατηρώντας ιδιαίτερα σε ένα σημείο το “ γέμισμα ” των τειχών, που έγινε τότε βιαστικά, μια και έπρεπε να προλάβουν να τα χτίσουν, όσο διάστημα ο μεγάλος και πονηρός στρατηγός βρισκόταν στη Σπάρτη και “ αποσπούσε ” την προσοχή των Σπαρτιατών. Περάσαμε την Ιερά Οδό, κοντά στην Ιερή Πύλη, από όπου και ξεκινάει, για να καταλήξει στην Ελευσίνα, κι από τον Ηριδανό, το μικρό ποταμάκι που εξακολουθεί να κυλάει μέσα στο χώρο και που οι Ρωμαίοι κάλυψαν με αψιδωτή στέγαση, και βρεθήκαμε μέσα στο Πομπιείο. Το κτίριο, από το οποίο σώζονται μόνο τα θεμέλια σήμερα και ένα μεταγενέστερης εποχής βοτσαλωτό δάπεδο στη δυτική πλευρά του, χρησίμευε ως χώρος προετοιμασίας της πομπής των Παναθηναίων και βρισκόταν σε επαφή με τα τείχη και εντός αυτών.

Δίπλα από το Πομπιείο βρισκόταν το Δίπυλο, η μνημειώδης είσοδος στην πόλη, με τα 2 μεγάλα ανοίγματα, κοντά στο βορειότερο από τα οποία μια εντυπωσιακή κρήνη σε σχήμα Γ και με στοά μπροστά της υποδεχόταν όσους εισέρχονταν σε αυτήν.

Επιστρέφοντας στον  “ Έξω Κεραμεικό ” και βγαίνοντας κι εμείς έξω από τα τείχη, αφήσαμε στα δεξιά μας το “ Δημόσιον σήμα ”, το δρόμο δηλαδή με τους τάφους επιφανών ανδρών, που οδηγούσε από το Δίπυλο ως την Ακαδημία Πλάτωνος. Βαδίζοντας στην “ Oδό των Τάφων” σταθήκαμε μπροστά από κάποια σημαντικά ταφικά μνημεία, όπως του έφιππου Δεξίλεω, της Ηγησούς, το οικογενειακό μνημείο του Διονυσίου με μαρμάρινο ταύρο σε βάθρο κ.ά., παρατηρώντας τις διάφορες μορφές που είχαν τα μνημεία αυτά, άλλα μεγαλύτερα, άλλα μικρότερα, επιτύμβιες στήλες με επίστεψη ανθεμωτή ή αετωματική, με ή χωρίς ανάγλυφες παραστάσεις, με ή χωρίς επιγραφές.

 Ανηφορίζοντας προς το Μουσείο είδαμε συγκεντρωμένα σε ένα σημείο αρκετά από τα “στεφανωμένα” κολωνάκια, τη λιτή δηλαδή μορφή μνημείων που επέβαλε ο Δημήτριος ο Φαληρεύς, γύρω στα 317 π.Χ. , απαγορεύοντας έτσι τα πολυτελή ταφικά μνημεία.

Μπήκαμε έπειτα στο Μουσείο, όπου θαυμάσαμε την πρωτότυπη επιτύμβια στήλη του νεαρού Δεξίλεω, τον αρχαϊκό “ κούρο του Διπύλου ” με το μακρύ κεφάλι, εύρημα του 2004, με τις 2 σφίγγες εκατέρωθεν και  τον πρωτότυπο ταύρο από το μνημείο του Διονυσίου στο αίθριο του Μουσείου. Κάνοντας το γύρο του τετράγωνου σχεδόν υπόλοιπου χώρου είδαμε στις προθήκες πάρα πολλά αγγεία γεωμετρικής εποχής με απλά ή περίπλοκα σχέδια και νεκρικές σκηνές, μικρά και μεγάλα αγγεία διάφορων άλλων εποχών, κοσμήματα και άλλα αντικείμενα προσφερόμενα στο νεκρό ( κτερίσματα μέσα στους τάφους ), πήλινα κυρίως αλλά και μεταλλικά.

Γύρω στις 3 είχαμε τελειώσει την περιδιάβαση στο χώρο και “ χορτασμένοι ” βγήκαμε για ικανοποίηση και των άλλων μη πνευματικών αναγκών μας στην περιοχή του Θησείου και της Πλάκας σε κάποια από τα πάμπολλα καταστήματα-πειρασμούς, τα οποία μάλιστα εκείνη την ώρα ήταν κατάμεστα από Έλληνες και ξένους τουρίστες.

Στις 5 το απόγευμα αναχωρήσαμε με το πούλμαν για τη Νίκαια, αφού είχαμε ήδη αποχαιρετίσει τους υπόλοιπους φίλους μας.