Με δυο πούλμαν ξεκινήσαμε, την Πέμπτη, 27 Οκτωβρίου, από τη Νίκαια 107 άτομα για Κιάτο, όπου κάναμε μια στάση, γέφυρα Ρίου, Αντίρριο, όπου επίσης σταματήσαμε, για λιγότερη ώρα όμως. Διασχίσαμε έπειτα όλη την Αιτωλοακαρνανία με τις 5 λίμνες της και τα δυο μεγαλύτερα ποτάμια της, τον Αχελώο και τον Εύηνο, περάσαμε από χωριουδάκια, τη γνωστή “Κλεισούρα” και φτάσαμε στην Αμφιλοχία, που αγναντεύει από ψηλά, έτσι όπως είναι χτισμένη αμφιθεατρικά, τον Αμβρακικό κόλπο.

Πήραμε τον δρόμο προς Μενίδι και μπήκαμε έπειτα στον νομό Άρτας, περάσαμε έξω από την πρωτεύουσά του και φτάσαμε στη Φιλιππιάδα. Ανήκει στον νομό Πρέβεζας και σύμβολό της έχει τους πελαργούς . Βόρειά της, κοντά στο χωριό Παντάνασσα βρίσκεται η λίμνη Ζηρού, που λίγοι γνωρίζουν, μια και απουσιάζει από χάρτες με κλίμακα κάτω του 1:300.000. Ήταν ο πρώτος στόχος της εκδρομής μας και εδώ επρόκειτο να προσφέρουμε το καθιερωμένο κρύο γεύμα του “ Φυσιολάτρη ”.

Κατεβήκαμε από τα πούλμαν, μεταφέραμε τα κεράσματα στα τραπέζια που υπήρχαν κοντά στις όχθες της λίμνης, πήρε ο καθένας στο πιατάκι του όσα δικαιούνταν και απολαύσαμε τα μεζεδάκια σε ένα γαλήνιο και ήρεμο περιβάλλον. Κοντά στη λίμνη υπάρχει το Περιβαλλοντικό Κέντρο Φιλιππιάδας, το οποίο δυστυχώς δεν καταφέραμε να βρούμε ανοιχτό, γιατί η ώρα είχε περάσει.  Αποζημιωθήκαμε όμως σημαντικά τόσο με το γεύμα μας όσο και με την πολύ όμορφη βόλτα που κάναμε στη συνέχεια, οι περισσότεροι τουλάχιστον, γύρω από τη λίμνη. Γύρω στη μιάμιση ώρα διαρκεί ο περίπατος αυτός, αφού οι διαστάσεις της είναι μόνο 900Χ600 μ. Έχει πολλά μονοπατάκια με σκαλάκια και καγκελάκια ξύλινα, μικρές ανηφοριές-κατηφοριές, πολύ πράσινο και έναν μεγάλο εντυπωσιακό βράχο στην ανατολική πλευρά της,  ο οποίος μάλιστα έχει τροφοδοτήσει τη φαντασία των παλιότερων και έπλασαν έτσι τον μύθο για τη μαρμαρωμένη φτωχή αδερφή, που γύρισε πίσω να δει την καταστροφή που επερχόταν στο χωριό, όπου ζούσε η πλούσια και άπονη αδερφή της.

Τα κυκλάμινα δημιουργούσαν ένα μωβέ χαλί στις παρυφές των μονοπατιών και η θέα από όλες τις πλευρές της λίμνης ήταν μοναδική. Τελειώνοντας τη βόλτα μας βρεθήκαμε αρκετά κοντά στις εγκαταστάσεις της “Ζηρόπολης”, της Παιδόπολης δηλαδή του Ζηρού, η οποία είχε δημιουργηθεί με πρωτοβουλία της βασίλισσας Φρειδερίκης για την περίθαλψη των ορφανών παιδιών του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Το απογευματάκι με θλίψη σχεδόν εγκαταλείψαμε αυτήν την άγνωστη μέχρι τότε ομορφιά και πήραμε τον δρόμο για τις πηγές του Λούρου, το Ρωμαϊκό Υδραγωγείο και τον μοναδικό Κοκκινοπηλό Πρέβεζας. Επειδή η ώρα ήταν περασμένη, σκεφτήκαμε να μοιραστούμε σε 2 ομάδες. Έτσι η μια ανηφόρισε προς τους λόφους του Κοκκινοπηλού, περιοχής μοναδικού αρχαιολογικού και γεωλογικού κυρίως ενδιαφέροντος, όπου οι βροχές έχουν μετατρέψει ένα χαμηλό οροπέδιο ερυθρής γης σε ένα εναλλασσόμενο σεληνιακό τοπίο με λοφίσκους και μικρές χαράδρες. Η θέση αυτή έχει δώσει και αρχαιολογικά ευρήματα, τα οποία αποδεικνύουν ότι είχε επιλεγεί ως τόπος κατοικίας και δράσης των ανθρώπων από την Παλαιολιθική κιόλας εποχή και τα οποίαφυλάσσονται στο Αρχαιολ. Μουσείο Ιωαννίνων.

Η άλλη-και μεγαλύτερη- ομάδα κατηφόρισε προς τις πηγές του Λούρου, στο χωριό Άγιος Γεώργιος, όπου υπάρχει μάλιστα και μια νεροτριβή, καθώς και ένας όμορφα διαμορφωμένος χώρος αναψυχής. Το ωραιότερο όμως αξιοθέατο για την περιοχή αποτελεί το Ρωμαϊκό Υδραγωγείο. Οι Ρωμαίοι αξιοποίησαν το νερό του ποταμού και δημιούργησαν το υδραγωγείο αυτό, με το οποίο υδροδοτούσαν τη Νικόπολη, 50 χλμ. μακριά. Έγινε επί Οκταβιανού Αυγούστου (1ο π.Χ.- 1ο μ.Χ.), νικητή στη ναυμαχία στο Άκτιο, το 31 π.Χ., μετά την οποία ιδρύθηκε η πόλη. Εντυπωσιάζουν σήμερα τον επισκέπτη τα τόξα του υδραγωγείου, τα οποία πρόσφατα έχουν αναστυλωθεί και έχει διαμορφωθεί κατάλληλα ο γύρω χώρος, στον οποίο διάσπαρτες είναι οι ενημερωτικές πινακίδες. Με δυσκολία αποχωριστήκαμε αυτό το όμορφο μέρος, το οποίο μας προκάλεσε τον θαυμασμό για το υψηλό επίπεδο τεχνικών γνώσεων της εποχής, αλλά μας εξήψε και τη φαντασία, αφού έχει συνδεθεί με θρύλους σχετικούς με την εμφάνιση του Αγίου Γεωργίου πάνω σε ένα φτερωτό άλογο, κυνηγώντας τον δράκο. Πέρασε, λένε οι ντόπιοι, από μια φυσική αψίδα, που σχηματίζουν τα βράχια και που φαίνεται ψηλά, πάνω από το υδραγωγείο, και έδωσε την ευλογία του στον τόπο. Για να τον τιμήσουν οι κάτοικοι, έδωσαν το όνομα του Αγίου στο χωριό.

Φεύγοντας είδαμε και το φράγμα του Λούρου, με το οποίο ελέγχεται η  ύδρευση των 3 νομών, Άρτας, Πρέβεζας, Λευκάδας. Παραλάβαμε και τους επισκέπτες του Κοκκινοπηλού και φύγαμε για την Καστροσυκιά και το ξενοδοχείο μας στην παραλία της, όπου και θα καταλύαμε για 3 νύχτες. Καστροσυκιά την είπαν, ίσως, από έναν μεγάλο βράχο στην άκρη του χωριού, που μοιάζει με κάστρο,  ο οποίος καλύπτεται με φραγκοσυκιές. Κοντά βρίσκεται και το χωριό Ριζά, το οποίο κοσμεί το κάστρο της Ρινιάσας. Το κάστρο αυτό το βλέπαμε φωτισμένο τα βράδια.

Δειπνήσαμε και πήγαμε κουρασμένοι για ύπνο, αφού κάναμε, όσοι θέλαμε, μια μικρή βόλτα. Την επόμενη μέρα, Παρασκευή, ημέρα της ιστορικής επετείου του ΟΧΙ, μετά το πρωινό μας, πήραμε τον δρόμο για Σαγιάδα και τα σύνορα με την Αλβανία, περνώντας από την περιοχή των εκβολών του Αχέροντα, με τους ωραίους σχηματισμούς, και την Ηγουμενίτσα.

Αφού τελειώσαμε με τις διαδικασίες στον συνοριακό σταθμό, παραλάβαμε και τις 2 ξεναγούς μας και φύγαμε για Άγιους Σαράντα, τον πρώτο από τους 2 σημαντικούς προορισμούς της μέρας. Ονομάστηκαν έτσι από το βυζαντινό μοναστήρι των Σαράντα Μαρτύρων της Σεβάστειας, τα ερείπια του οποίου σώζονται στον λόφο πάνω από την πόλη.

Φτάσαμε στους Αγίους Σαράντα, παραλιακή πόλη, σημαντικό τουριστικό προορισμό μετά την πτώση του κομμουνισμού στην Αλβανία, λόγω του μεσογειακού κλίματος και της πρόσβασής τους στις ακτές. Το λιμάνι επεκτείνεται, ώστε να ελλιμενίζονται περισσότερα κρουαζιερόπλοια, και η παραλία καλλωπίζεται συνεχώς. Οι ψηλές πολυκατοικίες όμως, η ανεξέλεγκτη κατασκευαστική δραστηριότητα ίσως μελλοντικά καταστήσουν τον τόπο ανεπιθύμητο για τους τουρίστες. Η αίσθηση αυτή δόθηκε και σ΄εμάς, καθώς το βλέμμα μας αγκάλιαζε όλο τον κόλπο, γύρω από τον οποίο απλώνεται η πόλη. Κάναμε τις βόλτες μας, επισκεφθήκαμε την εκκλησία του Άγ. Χαράλαμπου, μιλήσαμε και ελληνικά με τους ντόπιους, Έλληνες και Αλβανούς, επισκεφθήκαμε το πολύ μικρό αρχαιολογικό μουσείο της πόλης, ήπιαμε καφεδάκι στις παραλιακές καφετέριες με θέα την Κέρκυρα, το Ιόνιο και την Αδριατική.

Στην περιοχή γύρω από τους Αγ. Σαράντα δύο είναι οι ενδιαφέροντες αρχαιολογικοί χώροι: της Φοινίκης, πρωτεύουσας του ηπειρωτικού φύλου των Χαόνων, το λιμάνι της οποίας αποτελούσε η πόλη των Αγ. Σαράντα, και του Βουθρωτού, στο ομώνυμο Εθνικό Πάρκο. Ο υγροβιότοπος είναι γνωστός ως Λίμνη του Βουθρωτού, τριγυρισμένη με δασωμένες πλαγιές λόφων, έλη γλυκού και υφάρμυρου νερού, και συνδέεται με το στενό της Κέρκυρας μέσω του φυσικού καναλιού Βιβάρι, που έχει πλάτος 100 μ.Εντύπωση μας έκανε το παραδοσιακό “ πέραμα ”, το οποίο ακόμα και σήμερα περνάει στην απέναντι πλευρά αυτοκίνητα και πεζούς. Εκεί βρίσκεται και το τριγωνικό Ενετικό φρούριο. Το Βουθρωτό, αρχαία ελληνική πόλη στην Αλβανία, βρίσκεται περίπου 40 χλμ. νότια από τους Αγ. Σαράντα και αποτελεί σήμερα μνημείο παγκόσμιας κληρονομιάς της  Unesco.

Είχε ιδρυθεί, κατά την παράδοση, από τον Έλενο, γιο του Πρίαμου, μετά την πτώση της Τροίας. Ονομάστηκε έτσι, δηλαδή “τραυματισμένος ταύρος”, επειδή ο Έλενος, μόλις έφτασε στον τόπο, θυσίασε έναν ταύρο, ο οποίος πληγωμένος κολύμπησε και πέθανε φτάνοντας στη στεριά, πράγμα που ερμηνεύτηκε ως καλός οιωνός. Εδώ έφτασε και ο Αινείας, στο ταξίδι του προς την Ιταλία.

Την ανάπτυξή του και τη φήμη του το Βουθρωτό την οφείλει στο Ιερό του Ασκληπιού, που ιδρύθηκε εδώ τον 4ο αι. π.Χ.Ιδιαίτερα δημοφιλής επίσης ήταν και η λατρεία των Νυμφών, μια και ο τόπος είναι δίπλα στη θάλασσα, στις οποίες μάλιστα είναι αφιερωμένες πολλές πηγές και μνημεία. Στην πραγματικότητα το Βουθρωτό αποτελείται από πολλές πόλεις που είναι χτισμένες η μία πάνω στην άλλη. Με τη βοήθεια των ξεναγών μας διαπιστώναμε στον ενδιαφέροντα περίπατό μας ανάμεσα στα ερείπια τα ίχνη όλων των εποχών κατοίκησης του χώρου. Έτσι περάσαμε από τα λουτρά, την αγορά, το παλάτι και τις επαύλεις των Ρωμαίων, διάφορες κατοικίες, και φτάσαμε στο ελληνιστικό-ρωμαϊκό θέατρο, το οποίο διέθετε στα χρόνια των Ρωμαίων διώροφη υψωμένη σκηνή και περισσότερα εδώλια. Και σήμερα χρησιμοποιείται για εκδηλώσεις ο χώρος.

Το παλαιοχριστιανικό βαπτιστήριο, καθώς και η παρακείμενη τεράστια παλαιοχριστιανική βασιλική, μας δήλωσαν την άνθιση της πόλης του Βουθρωτού κατά τον 6ο και 7ο αι. μ.Χ., οπότε και γίνεται έδρα επισκοπής. Το βαπτιστήριο είναι το δεύτερο μεγαλύτερο στην Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, μετά από εκείνο της Κων/πολης. Σώζονται εξαιρετικά πολύχρωμα ψηφιδωτά και από τους δύο αυτούς χώρους. Είναι όμως καλυμμένα με χαλικάκι, ώστε να προστατεύονται από τους “ βέβηλους ” επισκέπτες. Στα χέρια των Βυζαντινών παραμένει το Βουθρωτό ως τον 12ο  αι. και έπειτα περνάει στην κυριότητα των Βενετών. Ψηλά στον λόφο υπάρχει το μεσαιωνικό Κάστρο της ακρόπολης, πάνω στα ερείπια της αρχαίας ακρόπολης και κοντά στα απομεινάρια του αρχαίου τείχους. Αργότερα βέβαια, λόγω της στρατηγικής θέσης του, μπαίνει στο στόχαστρο και των Οθωμανών, από τους οποίους απελευθερώνεται, όταν θα ιδρυθεί το κράτος της Αλβανίας, το 1912. Μέχρι και ο Αλή Πασάς έχει αφήσει τα ίχνη του στην περιοχή, με τον Πύργο που έχτισε.

Προχωρώντας παράλληλα με τα τείχη και τις εντυπωσιακές πύλες τους, φτάσαμε στο Μουσείο του Βουθρωτού, το οποίο στεγάζεται εντός του Φρουρίου.Μέσα στις προθήκες του φιλοξενούνται σημαντικά ευρήματα από την περιοχή αλλά και από γειτονικές, όπως αυτή της Φοινίκης.

Φύγαμε από το Εθνικό Πάρκο με τις καλύτερες εντυπώσεις και με την ευχή να γίνει γνωστός ο χώρος αυτός σε περισσότερους Έλληνες και να τολμήσουν ένα ταξίδι μόνο και μόνο για να τον επισκεφθούν. Και δεν έχει μόνο αρχαιολογικό ενδιαφέρον ο χώρος, αλλά είναι και σημαντικός βιότοπος, αφού αποτελεί και καταφύγιο για μερικά παγκοσμίως απειλούμενα είδη και στον όρμο διατρέφονται και αναπαράγονται πολλά πτηνά. Πάντως αυτός ο συνδυασμός ιστορικών μνημείων και φυσικού περιβάλλοντος, αυτό το υπέροχο τοπίο και με εξαιρετικά μνημεία μάλιστα, δεν απαντάται συχνά στον κόσμο! Σειρά είχε η παλιά πόλη του Αργυρόκαστρου, η πόλη όπου γεννήθηκε το κακό παιδί της αλβανικής ιστορίας, ο Ενβέρ Χότζα, αλλά και ο ονομαστός αλβανός συγγραφέας Ισμαήλ Κανταρέ, ο οποίος στο βιβλίο του  “ Το χρονικό της πέτρινης πόλης” την παρουσιάζει ως “ πόλη παράξενη, ως την πιο κατηφορική πόλη στον κόσμο”. Και είναι πράγματι! Είναι χτισμένη με τη χαρακτηριστική γκρίζα ηπειρώτικη πέτρα πάνω σε 8 λοφάκια, τόσο μικρά και τόσο κοντά μεταξύ τους, που σε σημεία μοιάζουν να ακουμπούν!Μερικοί φίλοι προτίμησαν το ταξί για την μεταφορά τους στο Κάστρο, μια και από εκεί ξεκινήσαμε την περιήγησή μας. Αρκετοί ήταν επίσης αυτοί που ανέβηκαν με τα πόδια, ακολουθώντας τους λιθόστρωτους δρόμους. Από αυτό το κάστρο ξεκίνησαν όλα, αφού από έναν πύργο του έπεσε, λένε, η πριγκίπισσα Αργυρώ, τη στιγμή που οι Οθωμανοί εισέβαλαν στην πόλη. Έτσι πήρε το όνομά της κι η πόλη. Είναι το δεύτερο μεγαλύτερο κάστρο των Βαλκανίων, εξαιρετικά καλοδιατηρημένο, με αρκετούς λαβύρινθους, σκοτεινές αίθουσες, πολεμίστρες, χωμάτινα μονοπάτια και υπέροχη θέα σε ολόκληρη την κοιλάδα του Αργυρόκαστρου. Χτίστηκε στα χρόνια των Βυζαντινών και ο Αλή Πασάς ήταν αυτός που το επέκτεινε στις αρχές του 19ου αι. Από τα πιο ενδιαφέροντα σημεία του Κάστρου είναι οι ατμοσφαιρικοί διάδρομοι που οδηγούν στο Πολεμικό Μουσείο, οι δύο τεκέδες των Δερβίσηδων, ο Πύργος του ρολογιού, καθώς και το μεγάλο πλάτωμα, που φιλοξενεί κάθε πέντε χρόνια το Εθνικό Φεστιβάλ Παραδοσιακής Μουσικής Αργυροκάστρου. Στην “Πόλη της Πέτρας” με τις πέτρινες λαξευτές πλάκες στις στέγες των σπιτιών, πανομοιότυπες με εκείνες των ηπειρώτικων σπιτιών εξάλλου, δεσπόζει το Τζαμί του Αργυροκάστρου, χτισμένο το 1757, το μοναδικό ( από τα 15 που υπήρχαν ) που γλίτωσε την κατεδαφιστική μανία του Χότζα…΄

Στην αγορά, στα μικρά μαγαζάκια  στο κέντρο της πόλης,  ήπιαμε καφεδάκι, δοκιμάσαμε ντόπια γλυκίσματα και μεζεδάκια και  κάναμε τις βόλτες μας, αναζητώντας τα οθωμανικά αρχοντικά, το σπίτι του Κανταρέ, το Λαογραφικό Μουσείο. Μπήκαμε σε κάποια από αυτά και είχαμε έτσι την ευκαιρία να δούμε και το εσωτερικό κάποιων από τα 200 σπίτια που διατηρούνται ως “πολιτιστικά μνημεία”.

Με πολύ καλές εντυπώσεις αφήσαμε κατά το απόγευμα και το Αργυρόκαστρο και πήραμε τον δρόμο για τα σύνορα. Από την Κακαβιά μπήκαμε τώρα στην Ελλάδα και κατηφορίσαμε προς την Καστροσυκιά, όπου φτάσαμε κάπως αργά, δειπνήσαμε και πήγαμε για ξεκούραση.

Σάββατο, 29 Οκτωβρίου, κατά τις 8 ξεκινήσαμε για Ζαγοροχώρια. Περάσαμε έξω από τα Γιάννενα και έχοντας στα δεξιά μας το Μιτσικέλι, ανηφορίσαμε προς τη Βίτσα και το Μονοδένδρι έπειτα. Το Μονοδένδρι βρίσκεται απέναντι από το Βραδέτο και είναι χτισμένο σε περίοπτη θέση, εφόσον έχει πλάτη στο χάσμα του φαραγγιού του Βίκου και στο βάθος βλέπει κανείς τις πλαγιές της Τύμφης και της Αστράκας.Εκεί κατέβηκαν οι ορειβάτες μας, για να ετοιμαστούν και μετά από λίγη ώρα κατευθύνθηκαν προς την είσοδο του φαραγγιού , απ΄όπου θα ξεκινούσαν τη διάσχιση του Βίκου.Το φαράγγι του Βίκου είναι ένα από τα πιο ξακουστά στην Ελλάδα και συναγωνίζεται σε φήμη το φαράγγι της Σαμαριάς. Είναι το βαθύτερο φαράγγι παγκοσμίως και αποτελεί τον πυρήνα του Εθνικού Δρυμού Βίκου-Αώου που μαζί με τον Εθνικό Δρυμό της Βάλια Κάλντα, αποτελούν το Εθνικό Πάρκο Βόρειας Πίνδου. Σε πολλά σημεία το βάθος του ξεπερνά τα 1.000 μ. και έχει μήκος περίπου 12 χλμ. Το διατρέχει ο παραπόταμος του Αώου, ο Βοϊδομάτης, ο οποίος πηγάζει μέσα από το φαράγγι. Δημιουργήθηκε μετά από έντονες γεωλογικές ανακατατάξεις και τα πρώτα ίχνη ανθρώπινης δραστηριότητας στην περιοχή του έχουν χρονολογηθεί στο 40.000 π.Χ.

Με σύμμαχο τον πολύ καλό καιρό λοιπόν ξεκινήσαμε από την πλατεία του Μονοδενδρίου - μια ομάδα 31 ατόμων - να διασχίσουμε το φαράγγι  μέχρι το άλλο ζαγοροχώρι το Βίκο.

Το κατηφορικό πλακόστρωτο μονοπάτι  σε κατεβάζει στην κοίτη του φαραγγιού σε 45 περίπου λεπτά και ακολουθώντας το φανερό μονοπάτι αριστερά πάντα από την κοίτη του ποταμού κατευθύνεσαι βόρεια προς τον Βίκο. Λίγα δύσκολα σημεία με σκαλοπάτια, σχοινιά και λίγες σάρες αλλά η μεγαλύτερη διαδρομή σε καλό μονοπάτι. Η θέα φανταστική και το τοπίο μοναδικό. Κοιτάζοντας  ψηλά πάνω από το κεφάλι σου τα θεόρατα  κάθετα βράχια νιώθεις θαυμασμό και δέος, λες και κόπηκαν από  κάποιο θεόρατο πριόνι. Σε κάποια σημεία  οι βράχοι κατεβαίνουν κάθετα σχεδόν για 1000 μέτρα. Δε σταματάμε να βγάζουμε συνέχεια φωτογραφίες για να αποθανατίσουμε τα μοναδικό αυτό θέαμα. Δεξιά  μας η κοίτη του ποταμού είχε λίγα νερά και μικρές λιμνούλες και  αλλού ήταν κατάξερη. Σε μια μικρή βρυσούλα κάνουμε την πρώτη μας στάση για ξεκούραση και από τα σακίδια βγαίνουν ξηροί καρποί , φρούτα ή και κανένα σάντουιτς για να ανακτήσουμε λίγο τις δυνάμεις μας. Ύστερα συνεχίζουμε και σιγά σιγά το φαράγγι αρχίζει να ανοίγει και να γίνεται πιο ομαλό και μετά από αρκετές ώρες αρχίζει να φαίνεται ψηλά το χωριό Βίκος. Φτάνοντας  κάτω από τον Βίκο συναντάς μια διασταύρωση που αν την πάρεις δεξιά ακολουθώντας την κοίτη του φαραγγιού και αφουγκράζοντας τον ήχο των νερών που όλο και δυνάμωνε  φτάνεις στις πηγές του Βοϊδομάτη. Και ξαφνικά η πριν λίγο κατάξερη κοίτη μετατρέπεται σε ορμητικό ποτάμι. Τα νερά βγαίνουν μέσα από τα βράχια και κυλάνε βόρεια προς το γεφύρι της Αρίστης και της Κλειδωνιάς, όπου ο Βοϊδομάτης τρέχει και  πάει να ενωθεί με τον Αώο. Ακριβώς δεξιά από τις πηγές, το μονοπάτι ανηφορίζει προς Μικρό Πάπιγκο και αριστερά τα σημάδια σε οδηγούν πάλι στο μονοπάτι προς τον Βίκο. Μια τελευταία ανηφόρα και σε λιγότερο από μια ώρα  φτάνεις στο παρατηρητήριο στο χωριό Βίκος. Από εκεί παρατηρείς το τελευταίο κομμάτι της διαδρομής που πριν λίγο περπάτησες και σε πλημμυρίζουν πάμπολλα αισθήματα για το ότι κατάφερες να κάνεις αυτή τη φοβερή διαδρομή σε 5-6 ώρες.Οι φωτογραφίες μπορούν να δώσουν σε μικρό βαθμό την  ομορφιά και τη μοναδικότητα του φαραγγιού που το επισκέπτονται  τουρίστες από κάθε γωνιά του πλανήτη με σκοπό να το διασχίσουν και να το φωτογραφίσουν. Μια μόνο  επίσκεψη στα Ζαγοροχώρια  μπορεί να πείσει ακόμα και τον πιο δύσπιστο για τις ανεπανάληπτες  ομορφιές τους. Όλα τα χωριά είναι πολύ όμορφα,  γραφικά κτισμένα με πέτρα, σε πλήρη αρμονία με το περιβάλλον . Βέβαια η διάσχιση του φαραγγιού είναι μια μοναδική εμπειρία που για πολλούς ορειβάτες είναι όνειρο ζωής, να μπορέσουν κάποτε να ζήσουν την εμπειρία της κατάκτησης του διάσημου αυτού φαραγγιού.Φτάνοντας στον Βίκο, συναντηθήκαμε και με τους τουρίστες που και αυτοί με τη σειρά τους από το παρατηρητήριο θαύμασαν το υπέροχο αυτό φαράγγι.

Οι τουρίστες, περίπου 75 άτομα, έφυγαν νωρίτερα από το Μονοδένδρι με τα 2 πούλμαν για το Καλπάκι. Το χωριό είναι γνωστό για την ιστορία του στον Β΄Παγκ.Πόλεμο κατά την εισβολή των Ιταλών. Στην είσοδό του βρίσκεται το μικρό Πολεμικό Μουσείο, στο οποίο ξεναγηθήκαμε από τους επιφορτισμένους με αυτό το καθήκον στρατιώτες . Μας έλυσαν πολλές απορίες σχετικά με τα γεγονότα του πολέμου, μας έδωσαν πληροφορίες για τα πλούσια εκθέματα του Μουσείου καθώς και για τη γραφική και ηχητική αναπαράσταση της περίφημης μάχης του Καλπακίου.

Φεύγοντας από τον “ιερό” χώρο είδαμε ψηλά στον λόφο Σειλητούρια να δεσπόζει το γιγάντιο μπρούντζινο άγαλμα του πολεμιστή στρατιώτη του ΄40 και στην πλαγιά του λόφου Προφήτης Ηλίας το καλοδιατηρημένο ΟΧΙ, που θυμίζει την εποχή και το έπος του ΄40.

Πήραμε έπειτα τον δρόμο προς τα σύνορα με την Αλβανία, για να κάνουμε επίσκεψη-προσκύνημα στην ανδρική Μονή Κοιμήσεως Θεοτόκου Μολυβδοσκέπαστης. Το όνομά της οφείλεται στις μολύβδινες πλάκες που, αντί για κεραμίδια ή πέτρινες πλάκες, σκέπαζαν το καθολικό της μονής παλιότερα. Πρόσφατα επανανατοποθετήθηκαν μολύβδινες πλάκες στην οροφή του καθολικού, ώστε η μονή δικαίως να αποκαλείται και τώρα “Μολυβδοσκέπαστη”. Κατά την παράδοση ιδρύθηκε από τον αυτοκράτορα Κωνσταντίνο Πωγωνάτο και αργότερα ανακαινίστηκε από τον Ανδρόνικο Παλαιολόγο και κατοίκους της Πωγωνιανής. Το μοναστήρι διατηρεί τη φρουριακή του όψη, έχει ανακαινισμένα κελιά, δυο καμπαναριά και ωραίο κήπο. Στο βυζαντινού ρυθμού καθολικό μας ξενάγησε πρόθυμα ένας μοναχός, ο οποίος μας έδωσε διάφορες λεπτομέρειες σχετικά και με τις αγιογραφίες και το ξυλόγλυπτο τέμπλο του ναού.

Αφού κεραστήκαμε και το καθιερωμένο ... λουκουμάκι, κατευθυνθήκαμε ανατολικά προς Κόνιτσα. Εκεί μείναμε περίπου μία ώρα, για να γνωρίσουμε την πόλη, να πιούμε καφέ ή και να τσιμπήσουμε κάτι, δοκιμάζοντας και το ονομαστό τσίπουρο της Κόνιτσας. Το όνομά της σημαίνει αλογοπάζαρο και είναι σλάβικη λέξη. Η πόλη είναι χτισμένη αμφιθεατρικά στους πρόποδες του βουνού Γυμνάδι, κατά το παραδοσιακό στιλ της ηπειρώτικης αρχιτεκτονικής. Από την εποχή της Τουρκοκρατίας στέκουν ακόμα πολλά πετρόκτιστα αρχοντικά. Από τότε και το αρχοντικό της Χάμκως, της μητέρας του Αλή Πασά, το οποίο έχει ανακαινιστεί. Η Κόνιτσα, εκτός των άλλων αξιοθέατων που διαθέτει, είναι γνωστή ευρέως για τα γεφύρια της, όπως η γέφυρα του Αώου, του Βοϊδομάτη και της Μαύρης Πέτρας, καθώς και για τους νερόμυλούς της. Φεύγοντας, με κουτιά στο χέρι με το ξεχωριστό σκερ μπουρέκ, τσιπουράκι  ή και λουκάνικα από αγριόχοιρο και πλατώνι  ( ελάφι ) από την πόλη, είδαμε ένα από αυτά τα γεφύρια, το μονότοξο γεφύρι του Αώου.

Κατηφορίσαμε έπειτα προς Ζαγοροχώρια. Τα χωριά αυτά είναι ένα δίκτυο από 46 πανέμορφα χωριά γεμάτα ηρεμία, με απίστευτη θέα ή μέσα στο δάσος, στους πρόποδες της Πίνδου. Το όνομά τους προέρχεται από τις σλάβικες λέξεις “Za” που σημαίνει “πίσω” και “gora”, που θα πει “βουνό”. Ο επισκέπτης μπορεί να θαυμάσει σε αυτά την παραδοσιακή αρχιτεκτονική από πέτρα και ξύλο. Το “ αστέρι ” ανάμεσά τους είναι βέβαια το Πάπιγκο, στα 980 μ., οικισμός από τον 14ο αι. ήδη.

Στην Αρίστη παραμείναμε λίγη ώρα, ήπιαμε καφεδάκι και αποχωρήσαμε σύντομα, αφού δεν ήταν δυνατόν να επισκεφθούμε το Πάπιγκο, το οποίο ήταν ένας από τους προορισμούς της ημέρας. Επιλέξαμε όμως μια άλλη, εξίσου ικανοποιητική λύση, να μπούμε μέσα στα Γιάννενα και να κάνουμε τις βόλτες μας, για μια ωρίτσα, κοντά στην πανέμορφη Παμβώτιδα. Αυτό βέβαια το έκαναν μόνο οι τουρίστες του ενός πούλμαν, γιατί το 2ο και μικρότερο κατευθύνθηκε προς το Μονοδένδρι, όπου θα γινόταν η παραλαβή των ορειβατών, που ήδη είχαν ολοκληρώσει την όμορφη διαδρομή τους.

Σουρούπωνε ήδη, όταν αναχωρήσαμε με τα κουτιά με τους ... μπακλαβάδες και τα άλλα περίφημα σοροπιαστά των Ιωαννίνων, καθώς και με άλλα ενθύμια.

Όταν φτάσαμε στο ξενοδοχείο μας, διαπιστώσαμε ότι οι ορειβάτες μας είχαν ήδη επιστρέψει ευχαριστημένοι από την όμορφη και μοναδική διαδρομή στο φαράγγι και έτοιμοι, θα έλεγες, να διασκεδάσουν στο γλέντι που θα ακολουθούσε. Μετά το δείπνο πράγματι ήταν αυτοί οι πρώτοι που ξεκίνησαν τον χορό...

Την τελευταία μέρα της εκδρομής μας, Κυριακή, 30 Οκτωβρίου, μετά το πρωινό μας φορτώσαμε τις αποσκευές στα πούλμαν και πήραμε την ... άγουσα προς τα πάτρια. Είχαμε όμως ακόμα ένα όμορφο πρόγραμμα να φέρουμε εις πέρας...

Πήραμε λοιπόν τον δρόμο προς την Καμαρίνα ( Ζάλογγο ), το χωριό στο οποίο βρίσκεται η Μονή Αγ. Δημητρίου, καθώς και το περίφημο μνημείο του Ζαλόγγου. Ανηφορίζοντας περάσαμε από σημεία , όπου μπορεί κανείς να δει τα ερείπια της αρχαίας πόλης Κασσώπης. Το σημερινό καθολικό είναι μονόχωρο, με πολυγωνικό τρούλο, και στο εσωτερικό του είναι κατάγραφο με τοιχογραφίες του 1816. Το μοναστήρι λεηλατήθηκε και καταστράφηκε από τους Τούρκους αλλά και από σεισμό, το 1924, όμως αργότερα ανακαινίστηκε. Όσοι δεν μπορούσαν να ανηφορίσουν τα 410 σκαλιά ως το μνημείο παρέμειναν στη μονή, ενώ οι υπόλοιποι σιγά-σιγά έφτασαν ως εκεί, όπου ορθώνεται το έργο του γλύπτη Ζογγολόπουλου και του αρχιτέκτονα Καραντινού, για να θυμίζει τη θυσία των γυναικών εκείνων, που στα 1803, διωγμένες από το Σούλι και κυνηγημένες από τον Αλή Πασά προτίμησαν να πέσουν στον γκρεμό μαζί με τα παιδιά τους. Ο πασίγνωστος “χορός του Ζαλόγγου” αποτελεί ένα από τα συγκλονιστικότερα περιστατικά της σύγχρονης ιστορίας μας.  Το επιβλητικό μνημείο, έργο του 1961, μήκους 18 μ. και ύψους 13 μ.,  παρουσιάζει τις γυναίκες πιασμένες χέρι-χέρι να μεγεθύνονται κλιμακωτά και στην άκρη του γκρεμού να γιγαντώνονται, θέλοντας έτσι να δοθεί ο συμβολισμός της θυσίας και της αγάπης που έτρεφαν οι γυναίκες αυτές για την ελευθερία και την πατρίδα.

Περνώντας πάλι από τον Λούρο, τη Φιλιππιάδα και το ... τεράστιο παζάρι της για άλλη μια φορά, φτάσαμε στην Άρτα. Σταματήσαμε στις παρυφές της πόλης, για να επισκεφθούμε το ονομαστό γεφύρι του Άραχθου. Περάσαμε στην απέναντι πλευρά, για να δούμε και τον υπεραιωνόβιο πλάτανο του Αλή Πασά, όπως λέγεται, επειδή λένε πως στα κλαδιά του κρεμούσε τους ξεροκέφαλους γκιαούρηδες, που τολμούσαν να σηκώσουν κεφάλι στην εξουσία του. Ο πλάτανος με εμφανή τα σημάδια της ηλικίας του υποστυλώνεται πλέον, αλλά εξακολουθεί να προσφέρει την παχιά σκιά του σε όσους θέλουν να απολαύσουν τον καφέ τους με θέα το γεφύρι και το ποτάμι. Κοντά του καθίσαμε κι εμείς για καμιά ώρα, ώσπου να αναχωρήσουμε για Μενίδι, Αμφιλοχία, λίμνη Τριχωνίδα. Είναι η μεγαλύτερη λίμνη της Αιτωλοακαρνανίας και της Ελλάδας ολόκληρης και οφείλει πιθανότατα το όνομά της στο αρχαίο Τριχώνειον. Κάναμε τον γύρο της λίμνης ξεκινώντας από τα χωριά Παναιτώλιο και Καινούργιο. Μετά την Παραβόλα, το αρχαίο Βουκάτιο, ακολουθώντας τον παραλίμνιο δρόμο και απολαμβάνοντας μια διαδρομή μέσα σε πλατάνια και λεμονοπορτοκαλιές, με γραφικές ψαροταβέρνες δίπλα στη λίμνη, φτάσαμε στη Δογρή ή Ντουγρή, όπου σταματήσαμε για το γεύμα μας. Πολλές οι επιλογές μας στο μικρό χωριό που φημίζεται για τις ταβέρνες του δίπλα στο νερό. Δοκιμάσαμε και την αθερίνα της λίμνης, όσοι θέλαμε ψαράκι, ενώ ποικίλα ήταν και τα λοιπά εδέσματα.

Συνεχίσαμε έπειτα τη διαδρομή μας, για να ολοκληρώσουμε τον γύρο της λίμνης, περνώντας από τα χωριά Μυρτιά, το περίφημο Θέρμο, που κάποτε ήταν το κέντρο της Αιτωλικής Συμπολιτείας και διαθέτει έναν σημαντικό αρχαιολογικό χώρο, το Πετροχώρι με τα πετρόκτιστα παραδοσιακά σπίτια του, την Καψοράχη, τον Δαφνιά, τη Γαβαλού, με το Τριχώνιο κοντά της, τη Γραμματικού, όλα τα χωριά  “ μπαλκόνια με θέα στην Τριχωνίδα”. Μετά τους Παππαδάτες πήραμε τον δρόμο για Αντίρριο, έχοντας έτσι κάνει μια καταπράσινη διαδρομή με παραδοσιακά μικρά σχετικά χωριά.

Περάσαμε τη γέφυρα “ Χ. Τρικούπης ” πάλι και βρεθήκαμε στην τελική ευθεία γαι τη βάση μας. Δυστυχώς  όμως αυτή η ευθεία ήταν αρκετή δύσκολη αυτή τη φορά λόγω έργων, που τόσα χρόνια γίνονται βέβαια, αλλά τη συγκεκριμένη Κυριακή της επιστροφής μας ήταν γραφτό να τα βρούμε σε δύσκολη φάση...

Ετσι φτάσαμε αρκετά αργά στο μετρό του Αιγάλεω πρώτα και στη Νίκαια έπειτα. Σε λίγη ώρα θα ξεχνούσαμε πόσο βασανιστήκαμε στην Εθνική Αθηνών - Πατρών και το μόνο που θα θυμόμαστε θα ήταν οι ωραίες στιγμές που ζήσαμε, οι εμπειρίες που βιώσαμε, πρωτόγνωρες ή μη, οι εικόνες που σκλάβωσαν τα μάτια και την καρδιά μας εκεί στην πάντα όμορφη Ήπειρο...